Η Κέλλυ Σακάκου, η πρώτη τηλεπαρουσιάστρια της Ελληνικής Δημόσιας τηλεόρασης, έχει γράψει την δική της ιστορία στις καρδιές των τηλεθεατών διαχρονικά. Η ωραία παρουσία της και η υπέροχη ξεχωριστή φωνή της εντυπώθηκαν στη μνήμη όλων μας.
Αυτός είναι ίσως και ο συνδυασμός που απογείωσε την επαγγελματική της πορεία…Σήμερα, μακριά από την τηλεόραση η αγαπημένη τηλεπαρουσιάστρια είναι μια ωραία και κομψή κυρία, γελαστή και προσηνής, απαλλαγμένη από τις ‘ντιβιστικές’ τάσεις που χαρακτηρίζουν την εποχή μας. Τη συνάντησα στο αγαπημένο της στέκι στο Κολωνάκι, ώστε να τη γνωρίσω καλύτερα. Ήθελα να μάθω πώς ξεκίνησε όλη αυτή η λαμπρή καριέρα, πόσο εύκολα ή δύσκολα ήταν για εκείνη τότε τα πράγματα, αλλά και τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά τη διάρκεια των απευθείας εκπομπών.
Καταρχάς, πού μεγαλώσατε; Τι θυμάστε από τα παιδικά - εφηβικά σας χρόνια;
Γεννήθηκα στην Αθήνα και μεγάλωσα στη Νέα Σμύρνη, που ήταν το πατρικό μου σπίτι. Είμαι μοναχοπαίδι και αυτό σημαίνει ότι πέρασα όμορφα παιδικά χρόνια. Η εφηβεία μου ήταν, επίσης, συναρπαστική, αν και με πολλές αντιστάσεις απέναντι στα κατεστημένα της τότε εποχής, αλλά και στη γονεϊκή «δυναστεία». Όλα αυτά πιστεύω μου διαμόρφωσαν έναν χαρακτήρα ολοκληρωμένο. Γενικά έχω καλές αναμνήσεις από εκείνα τα χρόνια, κάτι που είναι σημαντικό για την ισορροπία ενός ανθρώπου. Τα παιδικά και εφηβικά βιώματα διαδραματίζουν το σημαντικότερο ρόλο, στην εν γένει πορεία του ανθρώπου.
Tι σπουδές έχετε κάνει;
Στην «Ευαγγελική Σχολή» της Νέας Σμύρνης ήμουν αριστούχος και ήθελα να περάσω στη Φιλοσοφική, ώστε να γίνω φιλόλογος. Στην τελευταία, όμως, τάξη του λυκείου άλλαξαν τα σχέδια μου με μία παράσταση, όπου παρουσιάσαμε την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή και εμένα μου έδωσαν τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Η ερμηνεία μου άρεσε τόσο πολύ που οι καθηγητές μου μού είπαν να γίνω ηθοποιός. Μετά από εκείνη την παρότρυνση…πήγα στη σχολή «Κατσέλη», οποία έβγαλε πολλούς και σημαντικούς ηθοποιούς. Αποφοίτησα, λοιπόν, σκοπεύοντας να γίνω ηθοποιός, κάτι που τελικά δεν έγινα, αλλά θα σου πω στη συνέχεια το γιατί…
Πότε αντιληφθήκατε την ιδιαίτερη χροιά της φωνής σας;
Την φωνή του δεν την αντιλαμβάνεται κανείς, διότι δεν την ακούει ποτέ. Πηγαίνοντας, όμως, στην τηλεόραση είχα πολλές προτάσεις να κάνω διαφημίσεις και μπήκα πολύ δυνατά σε αυτό τον χώρο. Τότε κατάλαβα ότι έχω μια ειδική φωνή, αφού οι διαφημιστές ήθελαν να διαφημίζω εγώ τα προϊόντά τους. Είχα επίσης μια πρόταση από μια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία, συγκεκριμένα την «Minos», όπου έκανα την παρουσίαση των δίσκων για 15 χρόνια. Αυτό σήμαινε πως και η εταιρεία επένδυε πάνω σε μια φωνή για να πουλήσει το προϊόν της. Έτσι αντιλήφθηκα κι εγώ ότι κάτι γίνεται με τη φωνή μου.
Πώς ξεκίνησε η επαγγελματική σας πορεία; Τι ήταν εκείνο που σας παρακίνησε να γίνεται παρουσιάστρια;
Δεν με παρακίνησε απολύτως τίποτα, απλά, προκηρύχθηκε ένας διαγωνισμός για τηλεπαρουσιάστριες στην ΕΡΤ. Βέβαια, εγώ είχα το ψώνιο να γίνω ηθοποιός και αυτό ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Ωστόσο, η μητέρα μου είχε πάντα μεγάλες αμφιβολίες, ως προς τη σωστή επιλογή της επαγγελματικής πορείας, διότι γνώριζε τα προβλήματα που έχει η καριέρα ενός ηθοποιού. Για το λόγο αυτό, με πίεσε πάρα πολύ να κάνω αίτηση, αλλά εγώ πάντα αντιδρούσα όπως όλα τα παιδιά. Κάποια στιγμή, όμως, είπα «εντάξει θα την κάνω». Παράλληλα, είχε κάνει αίτηση και μία φίλη μου οπότε με παρακίνησε αρκετά κι εκείνη. Εν τέλει, λοιπόν, αφού με πιέσανε και οι δύο, πήγα ένα βράδυ στην οδό Ρηγίλλης, στο κτίριο της ΕΡΤ. Μπαίνοντας, συνάντησα έναν κύριο, ο οποίος με ρώτησε γιατί είχα πάει, του εξήγησα το λόγο και μου ανακοίνωσε ότι είχε λήξει η προθεσμία την προηγούμενη ημέρα! Τον παρακάλεσα να με αφήσει να κάνω την αίτηση και ευτυχώς δέχτηκε. Μου είπε ότι θα έβαζε χθεσινή ημερομηνία και έτσι ήμουν η τελευταία που έδωσε την αίτηση εκπρόθεσμα. Μετά έλαβα μέρος σε αυτό τον διαγωνισμό, που ήτανε νομίζω, ο πιο αντικειμενικός και τέλειος που έγινε ποτέ! Τι ΑΣΕΠ και σαχλαμάρες! Εκεί ήμασταν οχτακόσιες κοπέλες που ξεκινήσαμε να κάνουμε τα δοκιμαστικά, ώστε να γίνεται σιγά σιγά η επιλογή και το ξεσκαρτάρισμα. Η τηλεόραση της ΕΡΤ τότε στεγαζότανε στην 3ης Σεπτεμβρίου, στα κτίρια του ΟΤΕ. Ξεκινήσαμε, λοιπόν, εκεί μία ωραία ημέρα του Μάρτη, το θυμάμαι σαν τώρα, και κάναμε το διαγωνισμό. Έπειτα από δύο μήνες μας πήρανε και μας είπανε «Περάσατε στις τετρακόσιες», μετά από δύο μήνες «Περάσατε στις διακόσιες» και κράτησε όλη αυτή η διαδικασία έξι με οχτώ μήνες περίπου. Είναι κάτι που έχω να το λέω και είμαι πολύ περήφανη, διότι νομίζω ήτανε ο μοναδικός τίμιος διαγωνισμός που έγινε ποτέ στην Ελλάδα. Τελικά από τις οχτακόσιες επιλεγήκαμε μόνο πέντε.
Με τι κριτήρια γινόταν τότε η επιλογή παρουσιαστών;
Έπρεπε να έχεις καλή εικόνα στο γυαλί και να «τα λες ωραία». Σημαντικό ήταν να είχες καλή φωνή, δηλαδή να είσαι ορθοφωνούσα, κάτι το οποίο δεν ισχύει τώρα, να ξέρεις δύο γλώσσες και να έχεις μια εικόνα αποδεκτή από το μέσο όρο του τηλεθεατή.
Οι εκπομπές ήταν απευθείας, ζωντανές. Πώς νιώθατε λίγα δευτερόλεπτα πριν από την έναρξη, αλλά και όταν ήσασταν στον «αέρα»;
Δεν είχα κανένα συναίσθημα. Όπως κάνει ο καθένας μια δουλειά, έκανα και εγώ. Δεν ήμουν μονίμως στην «τσίτα» γιατί, μετά τον πρώτο καιρό που οπωσδήποτε υπήρχε τρακ, μετά χαλάρωσα. Όταν βρισκόμουν στον ‘αέρα’ δεν σκεπτόμουν τίποτα άλλο, παρά μόνο εκείνο που έπρεπε να κάνω. Γενικά δεν μπορώ να πω, ότι η τηλεπαρουσίαση ήταν κάτι διαφορετικό από οποιοδήποτε επάγγελμα που ασκεί κανείς με συνέπεια.
Πώς ήταν η πρώτη φορά που παρουσιάσατε εκπομπή;
Η πρώτη φορά ορόσημο για την ιστορία της Ελληνικής τηλεόρασης, ήταν και η πρώτη φορά που βγήκα στον «αέρα». Ήταν λίγο «άγρια», καθώς στέκονταν απέναντί μου, όλοι…το προσωπικό, οι πάντες και τους έβλεπα μέσα από το κοντρόλ, όπου και ήταν «στημένοι». Ήταν περίεργο το συναίσθημά μου. Όλοι εκείνοι είχαν «μεσάνυχτα» Όλα εκείνα τα άτομα έβλεπαν μια «καημένη», η οποία βγήκε να κάνει εκπομπή. Εκείνη η κατάσταση, πέρα όμως από αγχωτική ήτανε και κουραστική, αλλά νομίζω ότι πήγε καλά και άξιζε τον κόπο. Βέβαια, έχω κάνει διάφορες πρωτιές στην τηλεόραση που δεν τις ξέρει ο κόσμος, για αυτό θα κάνω τώρα ένα blog και θα τις γράφω. Δηλαδή, «Το πρώτο κορίτσι του καιρού» ήμουν εγώ, αυτό δεν το ξέρει κανείς, γιατί έχουν περάσει αιώνες (γέλια).
Στο blog που ετοιμάζεται τι σκοπεύετε να γράφετε; Σε τι θα αναφέρεστε;
Στο blog μου θέλω να γράψω την ιστορία της τηλεόρασης που δεν την ξέρουνε οι νέοι και ίσως δεν την ξέρουνε και οι παλαιότεροι. Δηλαδή, πώς άρχισε…παρόλο που δεν ήμουν εγώ από την αρχή. Πως ήταν τα πράγματα τότε που ξεκίνησα, πώς εξελίχθηκε, πώς ήρθε η έγχρωμη τηλεόραση, τι συνέβαινε εκεί και πώς ήταν τα πράγματα. Σίγουρα θα αναμειχθεί και η πολιτική που έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο τότε στην ΕΡΤ, όπως πιστεύω και τώρα και πάντα. Θέλω να γράψω πράγματα που δεν τα ξέρει κανείς, εκτός από τους τότε εργαζομένους. Όλα αυτά θα βγουν πολύ σύντομα…
Ποιό ήταν το πιο απρόοπτο γεγονός που σας έχει συμβεί κατά τη διάρκεια ζωντανού προγράμματος;
Απρόοπτα είχανε συμβεί πολλά και διάφορα, συχνό ήταν να ανοίγει μια πόρτα και να μπαίνει κάποιος, ο οποίος έψαχνε κάτι. Όταν πρωτοξεκινήσαμε η τηλεόραση στεγάζονταν σε έναν μεγάλο χώρο κάποιων τετραγωνικών δηλαδή, σαν ένα μεγάλο «living room» και εκεί γίνονταν τα πάντα. Στο χώρο που γυριζόταν οι ζωντανές εκπομπές, μπαινοβγαίνανε διάφοροι, ανοιγοκλείνανε πόρτες και γινόταν μέχρι και δουλειές, όπως του μαραγκού. Επόμενο είναι να έχουν συμβεί διάφορα ευτράπελα και όπως έχω πει και αρκετές φορές, την ώρα που ήμουνα στον «αέρα» ένα φτερό – σιδερένιο πλακίδιο - από το φωτισμό έπεσε πάνω μου. Ευτυχώς έπεσε στον ώμο μου, γιατί θα μπορούσε να με χτύπαγε στο κεφάλι και αυτό θα είχε γραφτεί στην ιστορία της τηλεόρασης (γέλια). Ορισμένα από αυτά είναι χαριτωμένα, αλλά όμως είναι λίγο «αγριευτικά» όπως αυτό.
Αν είχατε την ευκαιρία να αλλάξετε κάτι που έχετε πει ή έχετε κάνει κατά τη διάρκεια ζωντανής εκπομπής, τι θα ήταν;
Δεν θα άλλαζα τίποτα, γιατί υπάρχει μια νομοτέλεια των πραγμάτων που εμείς δεν μπορούμε να την αλλάξουμε και να επέμβουμε σε αυτή. Δεν έχω μετανιώσει για κάτι που να ήταν πολύ σοβαρό. Αν ξαναζούσαμε μια ζωή και τη ζούσαμε κατά τον ίδιο τρόπο, η νομοτέλεια δεν θα ήταν η ίδια.
Ποιά ήταν η αντιμετώπιση του κόσμου, όταν σας έβλεπε στο δρόμο, από τη στιγμή που γίνατε γνωστή;
Τότε η τηλεόραση ήταν ένα καινούργιο μέσο και στον κάθε τηλεθεατή κινούσε την περιέργεια το πρόσωπο που υπήρχε μέσα σε αυτό το καινούργιο «γίγνεσθαι». Σημαντικό δε ήταν ότι αυτό το πρόσωπο το έβλεπε κάθε βράδυ, διότι δεν είχε τη δυνατότητα επιλογής άλλων καναλιών. Τα μόνα κανάλια ήταν η ΕΡΤ, που ήταν και το επίσημο κρατικό κανάλι, και το Στρατιωτικό κανάλι η ΥΕΝΕΔ που δεν ήταν επίσημο και στη συνέχεια έγινε ΕΤ2. Ο κόσμος δεν το αγαπούσε τόσο πολύ αυτό το κανάλι, παρόλο που είχε κάνει διάφορες επιτυχίες όπως ο «Άγνωστος πόλεμος». Συνέπεια αυτού ήταν εμείς να είμαστε τα αγαπημένα πρόσωπα του κοινού. Η αντιμετώπιση του κόσμου ήταν θετική και με ευχαριστούσε.
Από τις σημερινές εκπομπές ποιες παρακολουθείτε ανελλιπώς και ποιος είναι ο αγαπημένος σας παρουσιαστής;
Δεν υπάρχει περίπτωση να παρακολουθήσω κάτι ανελλιπώς, μόνο βέβαια τις πολιτικές εκπομπές τις οποίες παρακολουθούσα πάντα. Τώρα πλέον όλοι έχουν πολιτικοποιηθεί, ακόμη και αυτοί που δεν τους ενδιέφερε η πολιτική και ήταν του «lifestyle». Παρακολουθώ τις πολιτικές εκπομπές, αλλά το μήνυμά τους είναι «τρομοκρατήστε τον κόσμο όσο μπορείτε περισσότερο» για να έχουνε θεαματικότητα. Επομένως, τις παρακολουθούμε και ως νοήμονες άνθρωποι όλοι οι Έλληνες βγάζουμε τα συμπεράσματά μας και απορρίπτουμε ό,τι θεωρούμε υπερβολικά. Όσον αφορά τις παρουσιάστριες, μου αρέσουνε αρκετές. Καταρχήν, από τις εκπομπές τις ψυχαγωγικές μου αρέσει πάρα πολύ η Φαίη Σκορδά, την οποία αγαπώ πολύ, διότι είναι από τους καλύτερους χαρακτήρες που γνώρισα ποτέ στην τηλεόραση. Αγαπώ επίσης και την Μαρία Ηλιάκη σαν κόρη μου. Είναι ένα πάρα πολύ καλό κορίτσι και αυτή. Ακόμη, μου αρέσει πάρα πολύ η Πόπη Τσαπανίδου και παρακολουθώ τις εκπομπές της, διότι με ενημερώνει χωρίς να με τρομοκρατεί καταρχήν. Τέλος, μου αρέσει πολύ και ως παρουσιάστρια η Όλγα Τρέμη. Ως παρουσιαστές εκτιμώ εκείνους που έχουνε ρυθμό, δηλαδή εκείνον που μιλάει και δεν σε αφήνει να χαλαρώσεις αλλά παράλληλα δεν σε αγχώνει. Ένας τέτοιος άντρας παρουσιαστής είναι ο Γιώργος Παπαδάκης. Επίσης, εξαιρετικός πολιτικός αναλυτής, αλλά και χρήστης της ελληνικής γλώσσας είναι ο Γιάννης Πρετεντέρης.
Ο κόσμος των ΜΜΕ πόσο επηρεάζει τελικά την κριτική άποψη του ατόμου σε σχέση με την πολιτική;
Επηρεάζει κυρίως τους α-πολιτικούς, οι οποίοι αναγκάστηκαν μέσα σε «μια νύχτα» να πολιτικοποιηθούν, γιατί βλέπουν ότι η τσέπη τους αδειάζει. Έτσι, η τηλεόραση μπορεί να επηρεάσει ανθρώπους που δεν είχαν ιδιαίτερη ενασχόληση με την πολιτική. Αυτοί που είναι πολιτικοποιημένοι δεν μπορούν να επηρεαστούν από την τηλεόραση, το πολύ πολύ να καγχάσουν.
Πως ήταν και πως είναι οι σχέσεις των ανθρώπων της τηλεόρασης;
Οι σχέσεις των ανθρώπων είναι, όπως σε κάθε επαγγελματικό χώρο. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για την τηλεόραση, καθώς σε ένα χώρο δουλειάς οι σχέσεις κυμαίνονται μεταξύ του «ανεκτού» και του πολύ «φιλικού».
Γιατί θεωρείται αδηφάγος χώρος;
Η τηλεόραση είναι αδηφάγος χώρος μόνο για εκείνους που δεν αξίζουν και κάποια στιγμή το ίδιο το μέσο τους αποβάλλει. Η τηλεόραση και κυρίως οι άνθρωποι που εκτίθενται στο «γυαλί» δεν είναι αδηφάγος. Μπορεί να μεταμορφωθεί όμως και να γίνει, αν δεν σε θέλει ο κόσμος. Τότε μόνο το κοινό αποφασίζει και κρίνει.
Τι σημαίνει αλήθεια για εσάς;
Η αλήθεια είναι μια έννοια, η οποία βασανίζει τους φιλοσόφους από αρχαιοτάτων χρόνων. Λοιπόν, η σημασία της αλήθειας είναι μια μεγάλη φιλοσοφική συζήτηση και ο κάθε άνθρωπος έχει τη δική του. Εγώ πιστεύω πως δεν υπάρχει αλήθεια και εναπόκειται στην οπτική του καθενός να δημιουργήσει τη δικιά του.
Ευτυχία;
Η ευτυχία είναι κάτι σαν την αλήθεια… Είναι μια μεγάλη ουτοπία και όλοι οι άνθρωποι πρέπει απλά να επιδιώκουμε ευτυχισμένες στιγμές.
Ομορφιά;
Η ομορφιά είναι μια τεράστια αξία και θα απαντήσω με τα λόγια του Ντοστογιέφσκι ότι «η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο, η ομορφιά είναι σωτηρία». Είναι μια χαρούμενη, ευτυχισμένη όψη της ζωής…
Τι πιστεύετε ότι αξίζει στη ζωή;
Η αγάπη αξίζει, τίποτε άλλο… Το έχει πει ο Πλάτων, το έχει πει και ο Χριστός και νομίζω ότι αυτό είναι πάνω από όλα.
Θα ήθελα να μου πείτε τι εύχεστε για το μέλλον και ποια είναι η μεγαλύτερη επιθυμία σας;
Δεν έχω επιθυμίες και δεν προσέβλεπα ποτέ στο μέλλον, πολύ δε περισσότερο σε μια ηλικία όπως η τωρινή, που δεν κοιτάζω ούτε στο παρελθόν. Ήμουνα πάντα οπαδός της φιλοσοφίας του Σοπενχάουερ, ο οποίος λέει ότι «οι άνθρωποι ή σκέφτονται το μέλλον ή το παρελθόν και χάνουν το παρόν».